Νομικό πλαίσιο
Τα δηλητηριασμένα δολώματα ή «φόλες» απαγορεύονται ρητά από το ελληνικό δίκαιο σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια, λόγω των εκτεταμένων αρνητικών επιπτώσεων που προξενεί η χρήση τους τόσο στην άγρια πανίδα, και ιδίως σε σπάνια και απειλούμενα είδη, όσο και σε οικόσιτα ζώα και στη δημόσια υγεία.
Εξαιτίας της χρήσης δηλητηριασμένων δολωμάτων, πολλά είδη της ελληνικής πανίδας, και ειδικά της ορνιθοπανίδας, κατατάσσονται σε δυσμενές καθεστώς διατήρησης ή κινδυνεύει ο πληθυσμός τους με κατάρρευση. Είδη όπως ο Γυπαετός (Gypaetus barbatus), το Όρνιο (Gyps fulvus) και ο Ασπροπάρης (Neophron percnopterus), όλα τους πτωματοφάγα αρπακτικά, αλλά και είδη θηλαστικών, όπως η Καφέ αρκούδα (Ursus arctos) και ο Λύκος (Canis lupus), καθώς και ζώα εργασίας (ποιμενικοί και κυνηγετικοί σκύλοι), δεσποζόμενοι ή αδέσποτοι σκύλοι και αλεπούδες, αποτελούν τους συνήθεις στόχους της πρακτικής αυτής. Παρά τον σοβαρό της αντίκτυπο, η χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων είναι ένα από τα λιγότερο καταγεγραμμένα εγκλήματα στα ποινικά στατιστικά στοιχεία.
Το ισχύον νομικό πλαίσιο για την καταπολέμηση χρήσης δηλητηριασμένων δολωμάτων περιλαμβάνει πλειάδα διατάξεων. Ήδη από το 1981, με το ΠΔ 67«Περί προστασίας της αυτοφυούς Χλωρίδος και Άγριας Πανίδος και καθορισμού διαδικασίας συντονισμού και Ελέγχου της Ερεύνης επ’αυτών» είχε απαγορευτεί η «[…] χρησιμοποίησις τοξικών ουσιών και εν γένει δηλητηριωδών ουσιών» για την καταπολέμηση «επιβλαβών ειδών», με δεδομένο πως θέτουν εις κίνδυνον τα προστατευόμενα είδη άγριας πανίδος και αυτοφυούς χλωρίδος».
Και ο Δασικός Κώδικας απαγορεύει την τοποθέτηση και χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων ή άλλων ανάλογων μέσων που έχουν σκοπό ι «…την θανάτωσιν, σύλληψιν ή νάρκωσιν, εν γένει αγρίων θηλαστικών και πτηνών […] (άρθρο 252 παρ. 5, «Μέσα ασκήσεως θήρας)». Οι παραβάτες του άρθρου αυτού τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι 2 ετών και διοικητικό πρόστιμο χιλίων ευρώ (€ 1.000,00).
Σύμφωνα με τον πιο πρόσφατο νόμο που προβλέπει το νέο πλαίσιο για την ευζωία των ζώων συντροφιάς (ν. 4830/2021, αρ. 24, 34 και 35) η δηλητηρίαση ζώου απαγορεύεται με την απαγόρευση να αφορά τόσο τα ζώα συντροφιάς όσο και προστατευόμενα είδη της άγριας πανίδας (θηλαστικά, ερπετά, αμφίβια αλλά και είδη χαρακτηρισμού και είδη κητωδών, όπως αυτά ορίζονται από σχετικές ΚΥΑ και διεθνείς συμβάσεις). Η ποινή πλέον είναι κάθειρξη μέχρι δέκα (10) έτη και χρηματική ποινή που μπορεί να φτάσει από 25.000 έως και 50.000 ευρώ.
Πέραν των ανωτέρω, η δηλητηρίαση με πρόθεση (με τη χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων) μπορεί να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 3στ, του Ν. 4042/2012, (αντίστοιχο του άρθρου 3στ της Οδηγίας 2008/99/ΕΚ), το οποίο μεταξύ άλλων προβλέπει ότι τιμωρούνται «…η θανάτωση, ο αφανισμός, η κατοχή ή η σύλληψη προστατευόμενων ειδών της άγριας χλωρίδας ή πανίδας, εξαιρουμένων των περιπτώσεων που η συμπεριφορά αφορά αμελητέα ποσότητα αυτών των ειδών και έχει αμελητέο αντίκτυπο στο καθεστώς διατήρησης των ειδών».
Σε ό,τι έχει να κάνει με τις προβλεπόμενες διοικητικές και ποινικές κυρώσεις για όσους κάνουν χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων, και ειδικά σε ό,τι αφορά την άγρια ορνιθοπανίδα, η ΚΥΑ Η.Π. 37338/1807/E.103/2010 (άρθρο 8 παρ. 1), με την οποία ενσωματώθηκε στην ελληνική έννομη τάξη η Οδηγία για τα άγρια πτηνά, ορίζει ότι «Για την άσκηση της θήρας, τη σύλληψη ή τη θανάτωση πτηνών, απαγορεύεται η χρήση οιουδήποτε μέσου, εγκαταστάσεως ή μεθόδου μαζικής ή μη επιλεκτικής συλλήψεως ή θανατώσεως που μπορούν να προκαλέσουν τοπικά την εξαφάνιση ενός είδους […]» ιδιαίτερα όταν για την τέλεση των παραπάνω πράξεων γίνεται χρήση συγκεκριμένων «…μέσων, εγκαταστάσεων ή μεθόδων που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙΙ (περιπτ. 1) του άρθρου 14», μεταξύ των οποίων και η χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων ή αναισθητικών. Σύμφωνα μάλιστα με όσα ορίζονται και προσδιορίζονται στο άρθρο 11 της εν λόγω ΚΥΑ, στους παραβάτες επιβάλλεται πρόστιμο από 100 έως 300 ευρώ ενώ τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους και χρηματική ποινή. Επιπρόσθετα, εκτός των ανωτέρω ποινικών κυρώσεων, είναι δυνατόν να επιβληθούν, όπου είναι αναγκαίο, συμπληρωματικά διοικητικά μέτρα όπως αφαίρεση κυνηγετικής άδειας, κατάσχεση εξοπλισμού κ.λπ.
Όσον αφορά τη θανάτωση λοιπών ειδών της άγριας πανίδας με τη χρήση δηλητηρίων, η ΚΥΑ ενσωμάτωσης της Οδηγίας για τους Οικοτόπους (33318/3028/11.12.1998) απαγορεύει: «…κάθε μορφή σύλληψης ή θανάτωσης, εκ προθέσεως, δειγμάτων αυτών των ειδών λαμβανομένων στη φύση» ενώ τονίζεται ρητώς ότι απαγορεύεται «…η χρησιμοποίηση όλων των μη επιλεκτικών μέσων που είναι δυνατόν να προκαλέσουν τοπικά την εξαφάνιση ή να διαταράξουν σοβαρά την ησυχία των πληθυσμών ενός είδους», ενώ για τους παραβάτες των ανωτέρω προβλέπονται κυρώσεις.
Τέλος, με τον ν. 1335/1983 κυρώθηκε η Διεθνής Σύμβαση για τη Διατήρηση της Άγριας Ζωής και του Φυσικού Περιβάλλοντος της Ευρώπης (Σύμβαση της Βέρνης, 1979), βάσει της οποίας απαγορεύεται η χρήση μη επιλεκτικών μέσων θανάτωσης καθώς και μέσων τα οποία ενδέχεται να προκαλέσουν την τοπική εξαφάνιση ή να διαταράξουν σοβαρά την ησυχία των πληθυσμών ενός είδους, ειδικότερα όσων απαριθμώνται στο Παρ. IV (άρθ. 8), συμπ. των δηλητηρίων.
Σημαντικό εργαλείο για την καταπολέμηση της χρήσης των δηλητηριασμένων δολωμάτων αποτελούν και τα Τοπικά Σχέδια Δράσης για τον έλεγχο της παράνομης χρήσης δηλητηριασμένων δολωμάτων σε είδη της άγριας πανίδας ή μη. Τα Σχέδια αυτά αποτελούν συντονιστικά εργαλεία για τις αρμόδιες αρχές και τις λοιπές υπηρεσίες και φορείς που εμπλέκονται στον επιχειρησιακό σχεδιασμό και στην υλοποίηση δράσεων για την αντιμετώπιση του φαινομένου, το περιεχόμενο των σχετικών πρωτοκόλλων χειρισμού και καταγραφής των απαραίτητων στοιχείων για τη διερεύνηση των αιτίων καθώς και τα μέτρα πρόληψης της υποβάθμισης του φυσικού περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας (βλ. ΦΕΚ 4459/Β/22-8-2022).
© Αντώνης Στούμπας
Η ΚΥΑ 83415/2715/2022: «Μέτρα και διαδικασίες για τον έλεγχο της παράνομης χρήσης δηλητηριασμένων δολωμάτων σε είδη της άγριας πανίδας – Συντονισμός συναρμόδιων υπηρεσιών και φορέων» (ΦΕΚ 4459/Β/22-8-2022)
Τον Αύγουστο του 2022, αναγνωρίζοντας τις συνέπειες της δηλητηρίασης στην άγρια ζωή, τέσσερα Υπουργεία συνυπέγραψαν την ΚΥΑ που ορίζει τις αρμοδιότητες της εκάστοτε Αρχής και τα μέτρα που θα πρέπει να παρθούν για να περιοριστεί αυτή η εξαιρετικά επιζήμια και παράνομη πρακτική. Με τη συγκεκριμένη ΚΥΑ, που αντικατέστησε παλαιότερη σχετική Απόφαση του Υπουργείου Περιβάλλοντος, διαμορφώθηκε ένα πιο πλήρες πλαίσιο για τον καλύτερο συντονισμό και την ομαλότερη συνεργασία των αρμόδιων αρχών με στόχο την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση του φαινομένου. Τα Υπουργεία που συνυπέγραψαν τη νέα ΚΥΑ ήταν το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ), το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥΠΑΑΤ), το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη (ΠΡΟΠΟ) και το Υπουργείο Εσωτερικών (ΥΠΕΣ).
Βάσει της νέας ΚΥΑ, ως κεντρική αρμόδια αρχή για την αντιμετώπιση της χρήσης δηλητηριασμένων δολωμάτων ορίζεται η Διεύθυνση Διαχείρισης Δασών (Τμήμα Διαχείρισης Άγριας Ζωής και Θήρας) της Γενικής Διεύθυνσης Δασών και Δασικού Περιβάλλοντος της Γενικής Γραμματείας Δασών του ΥΠΕΝ και κατ’ επέκταση οι περιφερειακές Δασικές Υπηρεσίες του ΥΠΕΝ, δηλαδή Δασαρχεία και Διευθύνσεις Δασών (ΔΔ) άνευ Δασαρχείων. Η κεντρική αρμόδια αρχή οφείλει, από κοινού με τη Γενική Διεύθυνση Κτηνιατρικής του ΥΠΑΑΤ, να παρέχει οδηγίες για την κατάρτιση και διαμόρφωση των Τοπικών Σχεδίων Δράσης (ΤΣΔ), όπως και να συντονίζει και να εποπτεύει Δασαρχεία και ΔΔ. Επίσης, οφείλει να ενημερώνει άλλες αρμόδιες αρχές -όπως ο ΟΦΥΠΕΚΑ- καθώς και να συνεργάζεται με τους υπόλοιπους εμπλεκόμενους φορείς και αρχές. Εκτός των παραπάνω, αναλαμβάνει να καταρτίσει κατάλογο εργαστηρίων για διενέργεια τοξικολογικών αναλύσεων και να παρέχει οδηγίες και συντονισμό στις υπόλοιπες αρχές για την κατάρτιση καταλόγου των κτηνιάτρων που θα αναλάβουν τη διενέργεια νεκροψίας-νεκροτομής και δειγματοληψιών στο πεδίο.
Με τη σειρά τους, τα Δασαρχεία και οι ΔΔ έχουν καταρχάς την υποχρέωση να συντάξουν ΤΣΔ και, κατά δεύτερον, όταν εμφανίζεται περιστατικό, να κινητοποιούν τις υπόλοιπες αρχές και φορείς για άμεση λήψη ενεργειών. Πέραν τούτου, οφείλουν να υλοποιούν προγράμματα ενημέρωσης του γενικού πληθυσμού, όπως και σεμινάρια κατάρτισης για τους εμπλεκόμενους στην εφαρμογή του ΤΣΔ στην περιοχή ευθύνης τους. Επιπλέον, θα πρέπει να τηρούν στατιστικά στοιχεία για τα περιστατικά δηλητηρίασης και να φροντίζουν για την προμήθεια του απαραίτητου εξοπλισμού. Για κάθε περιοχή, θα ορίζεται από το Δασαρχείο ή τη ΔΔ υπεύθυνος για την εφαρμογή του ΤΣΔ ο οποίος θα αναλαμβάνει την επικοινωνία με τις υπόλοιπες αρμόδιες αρχές.
Οι υπόλοιπες αρμόδιες αρχές και φορείς είναι η Γενική Διεύθυνση Κτηνιατρικής του ΥΠΑΑΤ, η Διεύθυνση Προστασίας Φυτικής Παραγωγής της Γενικής Διεύθυνσης Γεωργίας του ΥΠΑΑΤ, οι κτηνιατρικές υπηρεσίες των Περιφερειών και Περιφερειακών Ενοτήτων, ο ΟΦΥΠΕΚΑ, η Ελληνική Αστυνομία (ΕΛΑΣ), οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ), οι Κυνηγετικοί Φορείς και οι Περιβαλλοντικές Οργανώσεις.
Σύμφωνα με τα όσα ορίζονται στην ΚΥΑ, καθοριστικής σημασίας για την καταπολέμηση της χρήσης των δηλητηριασμένων δολωμάτων είναι η σύνταξη και εφαρμογή ΤΣΔ σε συγκεκριμένες περιοχές υψηλού κινδύνου. Τα ΤΣΔ συμβάλλουν στην οργάνωση των εμπλεκόμενων υπηρεσιών και φορέων , ενώ παράλληλα βοηθούν στην αξιοποίηση του προσωπικού και των διαθέσιμων μέσων (εξοπλισμό, εγκαταστάσεις κ.λπ.) για τη διαχείριση περιστατικών δηλητηριασμένων δολωμάτων, με στόχο τον περιορισμό της χρήσης τους. Για την κατάρτιση των ΤΣΔ, αλλά και την ετήσια επικαιροποίησή τους, συντάσσεται Ομάδα Συντονισμού η οποία συγκαλείται με πρόσκληση του προϊσταμένου της ΔΔ του εκάστοτε Νομού. Η ετήσια συνάντηση της Ομάδας Συντονισμού στοχεύει στην αξιολόγηση των ΤΣΔ και στη βελτίωση του τρόπου ενημέρωσης και κινητοποίησης των υπηρεσιών.
Εν συντομία, οι ενέργειες που θα πρέπει να ακολουθηθούν σε περίπτωση εντοπισμού δηλητηριασμένου δολώματος ή δηλητηριασμένου ζώου είναι οι εξής:
- Εντοπισμός και απομάκρυνση των δηλητηριασμένων δολωμάτων ή/και ζώων από την ύπαιθρο.
- Καταχώριση όλων των περιστατικών δηλητηριάσεων σε βάση δεδομένων.
- Επίσημη καταγγελία του περιστατικού στην ΕΛΑΣ ή τη Δασική Υπηρεσία.
- Διενέργεια νεκροτομών/νεκροψιών και δειγματοληψιών.
- Διενέργεια τοξικολογικών αναλύσεων.
- Ενέργειες πρόληψης για τον περιορισμό της χρήσης δηλητηριασμένων δολωμάτων.
- Ενέργειες για τη δίωξη της παράνομης χρήσης δηλητηριασμένων δολωμάτων.
Σημαντικό ρόλο για τον εντοπισμό δηλητηριασμένων δολωμάτων και για την συλλογή στοιχείων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πιθανό δράστη, διαδραματίζουν και οι Ειδικές Μονάδες Ανίχνευσης Δηλητηριασμένων Δολωμάτων (ΕΜΑΔΔ) που περιπολούν στην ύπαιθρο και αποτελούνται από ειδικά εκπαιδευμένους σκύλους και τους χειριστές τους. Οι ΕΜΑΔΔ μπορεί να λειτουργούν από τις Δασικές Υπηρεσίες, τις Μονάδες Διαχείρισης (ΜΔ) του ΟΦΥΠΕΚΑ, Κυνηγετικές Ομοσπονδίες και Συλλόγους και Περιβαλλοντικές Οργανώσεις.
Με βάση τη νέα ΚΥΑ, μέχρι σήμερα, οι Περιοχές Τοπικής Εφαρμογής των ΤΣΔ έχουν ομαδοποιηθεί σε πέντε περιοχές αλλά επιπλέον περιοχές αναμένεται να προστεθούν μετά από την πρώτη ετήσια αξιολόγηση. Οι περιοχές που αναγράφονται -προς το παρόν- στην ΚΥΑ είναι:
- Οι περιοχές ευθύνης της ΔΔ Ροδόπης και Δασαρχείων Ξάνθης, Αλεξανδρούπολης, Σουφλίου και Διδυμοτείχου.
- Οι περιοχές ευθύνης της ΔΔ Φλώρινας και Δασαρχείων Κιλκίς, Γουμένισσας, Αριδαίας, Έδεσσας, Βέροιας και Νάουσας.
- Οι περιοχές ευθύνης των ΔΔ Γρεβενών, Άρτας και Κέρκυρας και των Δασαρχείων Ιωαννίνων, Μετσόβου, Καλαμπάκας, Τρικάλων.
- Οι περιοχές ευθύνης των Δασαρχείων Αμφιλοχίας, Αγρινίου, Καρπενησίου και Μεσολογγίου.
- Οι περιοχές ευθύνης των ΔΔ Χανίων, Ρεθύμνου, Ηρακλείου και Λασιθίου.
Συνοπτικός Κατάλογος Ισχύουσας Νομοθεσίας
- Εθνική νομοθεσία:– ΝΔ 86/69 Δασικός Κώδικας: Απαγόρευση της τοποθέτησης και χρήσης δδ, αρ. 252 παρ. 5.- ΠΔ 67/1981 «Περί προστασίας της αυτοφυούς Χλωρίδος και Άγριας Πανίδος και καθορισμού διαδικασίας συντονισμού και Ελέγχου της Ερεύνης επ’αυτών» (ΦΕΚ 23/Α/30.01.1981): Απαγόρευση της χρησιμοποίησης τοξικών ουσιών και δηλητηριωδών ουσιών για την καταπολέμηση «επιβλαβών» ειδών (Αρ. 9).- KYA H.Π. 37338/1807/E.103/1-9-10 «Καθορισμός μέτρων και διαδικασιών για τη διατήρηση της άγριας ορνιθοπανίδας και των οικοτόπων/ενδιαιτημάτων της, σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ…» (ΦΕΚ 1495/B/6-9-10): Για την άσκηση της θήρας, τη σύλληψη ή τη θανάτωση πτηνών, απαγορεύεται η χρήση οιουδήποτε μέσου, εγκαταστάσεως ή μεθόδου μαζικής ή μη επιλεκτικής συλλήψεως ή θανατώσεως που μπορούν να προκαλέσουν τοπικά την εξαφάνιση ενός είδους, συμπ. των δδ (Αρ. 8, 11 και Παράρτημα ΙΙΙ (περιπτ.1) του άρθρου 14).- ΚΥΑ 33318/3028/11-12-1998 «Καθορισμός μέτρων και διαδικασιών για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων (ενδιαιτημάτων) καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας» (ΦΕΚ 1289/Β/28-12-98): Απαγορεύεται η χρήση όλων των μη επιλεκτικών μέσων που είναι δυνατόν να προκαλέσουν τοπικά την εξαφάνιση ή να διαταράξουν σοβαρά την ησυχία των πληθυσμών ενός είδους, συμπ. των δδ (Αρ. 11, Παράρτημα VI, Αρ. 28 επ. 1650/1986).
– N. 4042/2012 “Ποινική προστασία του περιβάλλοντος”: H θανάτωση, ο αφανισμός, η κατοχή ή η σύλληψη προστατευόμενων ειδών της άγριας χλωρίδας ή πανίδας είναι αδίκημα και τιμωρείται σύμφωνα με το αρ. 28 ν. 1650/1986 (Αρ. 3).
– Ν. 4830/2021 «Νέο πλαίσιο για την ευζωία των ζώων συντροφιάς – Πρόγραμμα «AΡΓΟΣ»…»: Απαγορεύεται η δηλητηρίαση ζώων συντροφιάς και προστατευόμενων ειδών της άγριας πανίδας (Αρ. 24, 34 και 35).
– ΥΑ Υ.Π.ΕΝ./ΔΔΔ/83415/2715 «Μέτρα και διαδικασίες για τον έλεγχο της παράνομης χρήσης δδ σε είδη της άγριας πανίδας – Συντονισμός συναρμόδιων υπηρεσιών και φορέων (Τοπικά Σχέδια Δράσης)» (ΦΕΚ Β 4459 2022): Συντονιστικά εργαλεία για τις αρμόδιες αρχές και τις λοιπές υπηρεσίες και φορείς που εμπλέκονται στον επιχειρησιακό σχεδιασμό και στην υλοποίηση δράσεων για την αντιμετώπιση του φαινομένου των δδ.
- Ενωσιακή νομοθεσία:
– Οδηγία 2009/147/ΕΚ περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών: Κατά το κυνήγι, τη σύλληψη ή τη θανάτωση πτηνών, απαγορεύεται η χρήση οποιουδήποτε μέσου, εγκατάστασης ή μεθόδου μαζικής και μη επιλεκτικής συλλογής ή θανάτωσης που μπορεί να προκαλέσει τοπική εξαφάνιση ενός είδους, συμπεριλαμβανομένων των δδ (άρθρο 8, Παράρτημα IV).- Οδηγία 92/43/ΕΟΚ για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας Απαγορεύεται η χρήση όλων των μη επιλεκτικών μέσων που είναι δυνατόν να προκαλέσουν τοπικά την εξαφάνιση ή να διαταράξουν σοβαρά την ησυχία των πληθυσμών ενός είδους, συμπ. των δδ (Αρ. 15, Παραρτήματα IV, V, VI). - Διεθνής νομοθεσία:
– Ν. 1335/1983 Διεθνής Σύμβαση για τη Διατήρηση της Άγριας Ζωής και του Φυσικού Περιβάλλοντος της Ευρώπης (Σύμβαση της Βέρνης, 1979) (ΦΕΚ Α΄ 32/14.03.1983): Απαγορεύεται η χρήση μη επιλεκτικών μέσων σύλληψης ή θανάτωσης καθώς και μέσων που μπορεί να προκαλέσουν τοπική εξαφάνιση ή να διαταράξουν σοβαρά τους πληθυσμούς ενός είδους, όπως τα δηλητηριώδη δολώματα.